Τι είναι η αποκατάσταση βουβωνοκήλης και με ποιες μεθόδους γίνεται;

Η αποκατάσταση βουβωνοκήλης, με πλέγμα, είναι η συχνότερη επέμβαση της γενικής χειρουργικής. Είναι μια γρήγορη και εύκολη επέμβαση, αν και μπορεί να έχει ως επακόλουθο σοβαρά προβλήματα εφόσον δεν γίνει με τη δέουσα προσοχή. Συνήθως γίνεται με γενική αναισθησία, αλλά μπορεί πολύ εύκολα να γίνει και με τοπική ή περιοχική (π.χ. ραχιαία/επισκληρίδιο) αναισθησία, σε όσους ασθενείς προτιμούν να παραμένουν ξύπνιοι κατά τη διάρκεια του χειρουργείου, ή σε ηλικιωμένους στους οποίους η γενική αναισθησία μπορεί να είναι επικίνδυνη.

Πριν την επέμβαση

Προετοιμασία για αποκατάσταση βουβωνοκήλης

Η αποκατάσταση βουβωνοκήλης είναι μια σχετικά απλή επέμβαση που μπορεί να γίνει με ημερήσια νοσηλεία. Πέρα από ένα γενικό αιματολογικό και καρδιολογικό έλεγχο δε χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία του ασθενούς. Άτομα ψηλού κινδύνου μπορούν να υποβληθούν με ασφάλεια σε επέμβαση υπό τοπική αναισθησία.

Η Επέμβαση

Πως γίνεται η αποκατάσταση βουβωνοκήλης:

Ανοικτή αποκατάσταση βουβωνοκήλης

Αρχικά κάνουμε τομή στο δέρμα πάνω από την κήλη, και στη συνέχεια διαχωρίζουμε τους μύες του πρόσθιου κοιλιακού τοιχώματος. Αφού αποκολλήσουμε το περιεχόμενο της κήλης από τους μύες, το επαναφέρουμε στην κοιλιακή κοιλότητα, και ενισχύουμε το μυικό τοίχωμα σε διαφορετικά στρώματα, δίνοντας μεγάλη προσοχή στο να μην τραυματίσουμε τα αγγεία του όρχι στους άντρες.

Υπάρχουν πολλές διαφορετικές τεχνικές αποκατάστασης βουβωνοκήλης, αλλά ο κυριότερος διαχωρισμός είναι ανάμεσα στην αποκατάσταση με πλέγμα, και με ραφες μόνο χωρίς τη χρήση συνθετικού υλικού. Οι παλιότερες τεχνικές αποκατάστασης βουβωνοκήλης χωρίς πλέγμα (Bassinι, Darn), είχαν πολύ υψηλά ποσοστά υποτροπών, μέχρι και 20%, γι’ αυτό και εγκαταλείφθηκαν. Από την άλλη υπάρχουν τεχνκές χωρίς πλέγμα, όπως η Shouldice, που έχουν πολύ χαμηλά αποτελέσματα υποτροπών, αντίστοιχα της αποκατάστασης με πλέγμα.

Η ανοικτή αποκατάσταση βουβωνοκήλης με πλέγμα, με κυριότερο εκπρόσωπο την τεχνική Lichtenstein, έχει πολύ χαμηλά ποσοστά υποτροπών, κάτω του 1%. Στη συγκεκριμένη τεχνική, κατά τη διάρκεια της επέμβασης, τοποθετείται συνθετικό πλέγμα πολυπροπυλενίου ανάμεσα στις μυϊκές ομάδες, και καθηλώνεται με ραφές σε συγκεκριμένα σημεία του βουβωνικού πόρου. Η αποκατάσταση με πλέγμα όμως, παρόλο που είναι τεχνικά πιο εύκολη, γρήγορη και ασφαλής, έχει ένα μικρό ρίσκο ανάπτυξης επιπλοκών από το πλέγμα. Μετά την επέμβαση μπορεί ν ακολουθήσει αίσθημα βάρους ή ξένου σώματος, χρόνιος πόνος, και στη χειρότερη περίπτωση επιμόλυνση του πλέγματος. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθεί επανεπέμβαση για επιδιόρθωση της επιπλοκής, ενώ σπάνια μπορεί τα συμπτώματα να επιμείνουν δια βίου. Πάντως πρέπει να σημειωθεί ότι η εμφάνιση χρόνιου πόνου είναι πιθανή και μετά από αποκατάσταση βουβωνοκήλης χωρίς πλέγμα.

Λαπαροσκοπική αποκατάσταση βουβωνοκήλης

Η Ολικά Εξωπεριτοναϊκή Λαπαροσκοπική Αποκατάσταση Βουβωνοκήλης είναι η πιο προηγμένη μέθοδος θεραπείας της βουβωνοκήλης. Χρειάζεται βαθιά γνώση της ανατομίας της βουβωνικής χώρας και προχωρημένες λαπαροσκοπικές ικανότητες, αλλά είναι ταχύτατη, εκπληκτικά ανώδυνη και προσφέρει άμεση επάνοδο στις ασχολίες και πολύ γρήγορη επιστροφή στην εργασία.

Εκτελούμε ολόκληρη την επέμβαση μέσα από 3 μικρές τομές, μια του 1 εκατοστού που κρύβεται εντός του ομφαλού και άλλες δυο του μισού εκατοστού, κάτωθεν του ομφαλού στη μέση γραμμή. Δημιουργούμε χώρο ανάμεσα στις μυϊκές ομάδες του κοιλιακού τοιχώματος, αποκολλώντας τους ορθούς κοιλιακούς μύες από το περίβλημά τους. Αυτό μας βοηθά να φτάσουμε στην περιοχή της κήλης ακολουθώντας τους μύες και χωρίς να εισέλθουμε στην κοιλιακή κοιλότητα. Στη συνέχεια επαναφέρουμε τα περιεχόμενα της κήλης στη φυσιολογική τους θέση, μπορούμε να κλείσουμε χάσματα αν είναι απαραίτητο, και τοποθετούμε ένα πλέγμα ανάμεσα στους μύες χωρίς να το καθηλώνουμε, καθώς η πίεση μεταξύ των μυϊκών ομάδων θα το διατηρήσει στη θέση του. Η Ολικά Εξωπεριτοναϊκή λαπαροσκοπική Αποκατάσταση βουβωνοκήλης ενδείκνυται απόλυτα σε άτομα με αμφοτερόπλευρες βουβωνοκήλες, σε νέα άτομα με μικρές βουβωνοκήλες, σε γυναίκες στις οποίες υπάρχει πάντα η πιθανότητα μηροκήλης, καθώς και σε υποτροπή βουβωνοκήλης. Σε σχέση με την ανοικτή επέμβαση έχει το πλεονέκτημα της ταχύτατης ανάρρωσης, ενώ σε σχέση με την ενδοπεριτοναϊκή τεχνική, αποφεύγεται η είσοδο στην κοιλιακή κοιλότητα, και δε χρειάζεται καθήλωση του πλέγματος που μπορεί να προκαλέσει χρόνιο πόνο.

Μετά την επέμβαση

Τι μετεγχειρητική αγωγή λαμβάνεται

Σε σχέση με τη λαπαροσκοπική αποκατάσταση βουβωνοκήλης η ανοικτή αποκατάσταση συνοδεύεται από περισσότερο πόνο και απαιτεί αναλγητικά φάρμακα και μεγαλύτερη περίοδο αποχής από την εργασία. Και στις δυο επεμβάσεις οι ασθενείς τρώνε και κινητοποιούνται πλήρως μέσα σε 2-3 ώρες από το τέλος της επέμβασης, και μπορούν να πάρουν εξιτήριο μετά από μερικές ώρες.

Ανάρρωση μετά την αποκατάσταση βουβωνοκήλης

Η ανάρρωση εξαρτάται από την τεχνική της επέμβασης. Στη λαπαροσκοπική αποκατάσταση βουβωνοκήλης την επόμενη μέρα μπορούν να κινητοποιούνται χωρίς περιορισμό, και επιστρέφουν σε καθιστική εργασία 2-3 ημέρες μετά την επέμβαση. Μπορούν να κάνουν ελαφρές ασκήσεις μετά από μια εβδομάδα, και εφόσον η κήλη ήταν μικρή, επιστρέφουν σε πλήρεις ασχολίες συμπεριλαμβανομένων έντονης γυμναστικής και γυμναστηρίου στις 2 εβδομάδες από την επέμβαση. Οι επιπλοκές είναι σπάνιες εφόσον εκτελείται από έμπειρο χειρουργό. Τα αιματώματα είναι αναμενόμενα, αλλά είναι μικρά και εντελώς μη ανησυχητικά. Οι επιπλοκές από τραυματισμό των αγγείων των γεννητικών οργάνων είναι σπάνιες, όπως και οι υποτροπές, ενώ σοβαροί τραυματισμοί παρακείμενων οργάνων μπορούν να συμβούν μόνο από χειρουργούς χωρίς την απαραίτητη εμπειρία. Τα σύνδρομα χρόνιου πόνου και οι επιπλοκές πλεγμάτων είναι επίσης σπανιότατες εφόσον ο χειρουργός έχει την απαραίτητη εμπειρία.

Αντίθετα μετά από ανοικτή αποκατάσταση βουβωνοκήλης οι πρώτες μέρες μετά την επέμβαση είναι αρκετά επώδυνες, και οι ασθενείς παραμένουν στο σπίτι για τουλάχιστον μια εβδομάδα και λαμβάνουν αναλγητικά. Μπορούν να επιστρέψουν σε καθιστική εργασία μετά από 2-3 εβδομάδες, ενώ για χειρωνακτική εργασία μπορεί να απαιτηθούν 6-8 εβδομάδες περίπου.